Ένθετο τέχνης 165

Τέχνη τοῦ δρόμου (Street Art)


Ἀφετηρία τοῦ graffiti ἦταν οἱ ἀρχὲς τοῦ 1970 στὴ Φιλαδέλφεια καὶ τὴ Νέα Ὑόρκη ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ δὲν εἶχαν ἄλλους τρόπους νὰ ἐκφραστοῦν. Ἀρχικὰ σὰν «μαρκάρισμα» περιοχῶν μὲ τὸ ὄνομά τους πάνω σὲ τοίχους καὶ τρένα. Στὴ συνέχεια προστέθηκαν κι ἄλλα στοιχεῖα (σχήματα, διακοσμητικὰ κλπ.). Ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους ἦταν ὁ TAKI183 (Δημήτρης), ἕλληνας διανομέας («ντελιβεράς»), ὁ ὁποῖος ὑπέγραφε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στοὺς δρόμους ποὺ ἐξυπηρετοῦσε. Στὰ ἑπόμενα χρόνια, ἡ προσθήκη σχεδίων, χαρακτήρων, τοπίων κ.ἄ. γέννησε τὴν street art, δηλαδὴ τὴ δημιουργία ἔργων τέχνης μικρῆς ἢ μεγάλης κλίμακας στὸν δρόμο. Αὐτὰ μπορεῖ νὰ εἶναι τοιχογραφίες, αὐτοκόλλητα, ἔργα μὲ χαρτοταινία, ἢ ἄλλου τύπου παρεμβάσεις ποὺ συνήθως ἔχουν ἕνα κοινωνικὸ μήνυμα. Στὴν Ἑλλάδα ὁ ὅρος τέχνη τοῦ δρόμου περιλαμβάνει καὶ ἄλλες μορφὲς τέχνης ὅπως οἱ κλόουν, οἱ μίμοι, οἱ μουσικοὶ τοῦ δρόμου κ.ἅ.

Ἡ street art ἔχει πλέον καθιερωθεῖ ὡς μορφὴ τέχνης μὲ καλλιτέχνες της νὰ ἀπολαμβάνουν μεγάλης ἀναγνωρισιμότητας (ὅπως ὁ βρετανὸς Banksy) καὶ πολλὰ ἔργα θεωροῦνται ὁρόσημα. Σὲ κάποιες περιπτώσεις οἱ καλλιτέχνες τοῦ δρόμου συναντοῦν μεγάλες ἀντιδράσεις, ἀφοῦ τὰ ἔργα τους θεωροῦνται «βανδαλισμὸς» καὶ καταστροφὴ τῆς ἰδιοκτησίας. Ἕνας ἐρευνητὴς τῆς street art ἔχει ἀναφέρει ὅτι «τὸ νὰ μᾶς φαίνεται βάρβαρη ἡ τέχνη τοῦ σήμερα εἶναι ἕνας ἀντικατοπτρισμὸς τῆς κοινωνίας ποὺ ζοῦμε». Ἡ τέχνη ὑπάρχει γιὰ νὰ μᾶς δημιουργεῖ συναισθήματα, εὐχάριστα καὶ δυσάρεστα. Τὸ νὰ αἰσθανόμαστε ἄβολα εἶναι κι αὐτὸ σημαντικό, μᾶς κινεῖ νὰ θέλουμε νὰ ἀντιδράσουμε, νὰ κάνουμε κάτι μὲ αὐτὸ ποὺ βλέπουμε. Μιὰ τοιχογραφία στὸν δρόμο εἶναι ἡ δωρεὰ ποὺ προσφέρει ὁ καλλιτέχνης στὴν πόλη (ἢ ὁ βανδαλισμός, ἂν τὸ ἔργο του θεωρηθεῖ τέτοιο). Ἡ πόλη ἀποφασίζει ἂν θὰ τὸ διατηρήσει ἢ ὄχι. Ὁ καλλιτέχνης γνωρίζει τὸ ἐφήμερο τῆς δημιουργίας του καὶ τὴ διασώζει μὲ ψηφιακοὺς τρόπους μέσα ἀπὸ τὸ διαδίκτυο. Ὑπάρχουν πόλεις ποὺ ἔχουν ὑπηρεσίες εἰδικὰ γιὰ τὴ διάσωση καὶ διατήρηση τῶν ἔργων τοῦ δρόμου ποὺ κρίνουν ὅτι πρέπει νὰ κρατήσουν.

Τὸ «προσφυγάκι» εἶναι ἕνα ἔργο (4x2 μ.) ποὺ ἔγινε τὸ 2016 ἐπάνω σὲ ξύλινες πινακίδες, δίπλα στὸ ἐπιβλητικὸ Δημαρχεῖο τῆς Ἑρμούπολης στὴ Σύρο. Ἀπεικονίζει τὴ διαχρονικὴ ἀνάγκη τοῦ παιδιοῦ γιὰ παιχνίδι, τὸ ὁποῖο γίνεται βρόγχος στὸ λαιμό του καὶ τὸ πνίγει. Φορᾶ τὸ σωσίβιο καὶ δίπλα του ἡ θάλασσα γίνεται ταλαιπωρία γι’ αὐτό, ἐνῶ γιὰ ἄλλους εἶναι πηγὴ χαρᾶς καὶ ἀναψυχῆς. Τὸ ἔργο, λίγους μῆνες μετά, βανδαλίστηκε μὲ ἄσπρη μπογιὰ καὶ σήμερα δὲν ὑπάρχουν παρὰ ἐλάχιστα κομμάτια του. Ἡ Ἑρμούπολη, σημειωτέον, δημιουργήθηκε τὸ 1822 ἐκ τοῦ μηδενός, ἀπὸ πρόσφυγες.

Παρις Ξυνταριανος-Τσιροπινας


Όλα τα ένθετα τέχνης: